συνεκταπεινώ

συνεκταπεινώ
-όω, Α
ταπεινώνω ομοίως («τοῑς δεομένοις ἑαυτὸν ἐκδιδόναι καὶ συνεκταπεινοῡν», Πλούτ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < συν-* + ἐκταπεινῶ, επιτατ. τ. τού ταπεινῶ / -ώνω].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”